朩 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

朩 ελληνικός ορισμός

děng

  • one of the characters used in kwukyel (phonetic 'pin'), an ancient Korean writing system

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά