鉊 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

鉊 ελληνικός ορισμός

zhāo

  • sickle

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : τέχνασμα
  • : bright; clear; manifest; to show clearly;
  • : to encourage; to cut; to strain;
  • : (horse);