体贴 έννοια και προφορά

体贴
Απλοποιημένη λέξη
體貼
Παραδοσιακή λέξη

体贴 ελληνικός ορισμός

tǐ tiē

  • διακριτικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tǐ): σώμα
  • (tiē): επικόλληση