暪 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

暪 ελληνικός ορισμός

mèn

  • dark

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : melancholy;
  • : to cook in a covered vessel; to casserole; to stew;
  • : αποπληκτικός