投机 έννοια και προφορά

投机
Απλοποιημένη λέξη
投機
Παραδοσιακή λέξη

投机 ελληνικός ορισμός

tóu jī

  • κερδοσκοπία

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tóu): εκμαγείο
  • (jī): μηχανή