挥霍 έννοια και προφορά

挥霍
Απλοποιημένη λέξη
揮霍
Παραδοσιακή λέξη

挥霍 ελληνικός ορισμός

huī huò

  • φιγούρα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (huī): κύμα
  • (huò): χιού