混淆 έννοια και προφορά

混淆
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

混淆 ελληνικός ορισμός

hùn xiáo

  • συγχέω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (hùn): μείγμα
  • (xiáo): συγχέω