埒 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

埒 ελληνικός ορισμός

liè

  • (literary) equal
  • enclosure
  • dike
  • embankment
  • Taiwan pr. [le4]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά